Λαβδάκου

Λαβδάκου
Λάβδακος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • αρμονία — I Μυθολογικό πρόσωπο. Κόρη του Άρη και της Αφροδίτης, αδελφή του Φόβου και του Δείμου, σύζυγος του Κάδμου. Στον πανηγυρισμό του γάμου της, τον υμέναιο έψαλαν οι ίδιες οι Μούσες και ήταν παρόντες όλοι οι θεοί του Ολύμπου, που έφεραν πλούσια και… …   Dictionary of Greek

  • ενιαυσιαίος — ἐνιαυσιαῑος, α, ον (AM) [ενιαυτός] 1. ενιαύσιος, ετήσιος, που γίνεται κάθε χρόνο («ἐνιαυσιαῑον ζῴδιον», «ἐνιαυσιαῑος κύκλος») 2. ο ενός έτους, μονοετής, χρονιάρικος («καταλιπόντος δὲ Λαβδάκου παῑδα ἐνιαυσιαῑον Λάιον», Απολλόδ.). επίρρ...… …   Dictionary of Greek

  • λαιός — Μυθολογικό πρόσωπο. Βασιλιάς της αρχαίας Θήβας, εγγονός του Κάδμου, γιος του Λάβδακου και πατέρας του Οιδίποδα. Βλ. λ. Λαβδακίδες. * * * (I) λαιός, ὁ (Α) το πουλί πετροκότσυφας («τούτων ὅμοιος τῷ μέλανι κοττύφῳ ἐστὶ λαιός», Αριστοτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Η… …   Dictionary of Greek

  • Λαβδακίδες — Μυθολογικό γένος της αρχαίας Θήβας, γενάρχης του οποίου ήταν ο Λάβδακος. Σύμφωνα με τη μυθολογία, σε αυτό το γένος ανήκε ο Λάιος, γιος του Λάβδακου, ο Οιδίποδας, γιος από τον γάμο του με την Ιοκάστη, καθώς και τα παιδιά τους Ετεοκλής, Πολυνείκης …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”